Σάββατο Βράδυ. Η αναμονή στη στάση του μετρό στην Αττική πάντα με κούραζε. Η προσωρινή απώλεια του ουρανού, το μαύρο που διακρίνεται στο βάθος του τούνελ, το διερευνητικό βλέμμα αυτών που κάθονται στην απέναντι πλατφόρμα και η βαρετή μουσική των μεγαφώνων μου δημιουργούν μια περίεργη και πεσσιμιστική αίσθηση. Το χρονόμετρο του μετρό έδειχνε ότι σε τρία λεπτά το τρένο θα έφτανε. Παρ' όλα αυτά ύπαρξη της παρέας με έκανε να αποβάλλω αυτήν την αλλόκοτη αίσθηση και να αναλογίζομαι το υπόλοιπο της βραδιάς...
Ο σταθμός είχε κόσμο, ο οποίος έμεινε ενεός όταν είδε μια σχετικά εύσωμη γυναίκα, με σκουρόχρωμο δέρμα, βρώμικα ρούχα και ιδρωμένο κούτελο να κάθεται στην πλατφόρμα έχοντας ως απώτερο προορισμό τις ράγες και πιθανότατα ή μάλλον σίγουρα τον άλλο κόσμο. Αφού πέρασαν κάποια λεπτά αμήχανης θέασης της απελπισμένης προσπάθειας της "γύφτισας" όπως θα την αποκαλούσε υποτιμητικά η σύγχρονη αστική κοινωνία αυτοπροσδιορίζοντας την ανωτερότητα της, κάποιοι από τους παρευρισκόμενους σπεύσαμε να αποτρέψουμε τη γυναίκα από την αυτοκτονία τραβώντας την προς τα πίσω. Το τρένο έρχεται και αυτή αγωνίζεται να πέσει στις ράγες βρίσκοντας αντίσταση σον κόσμο που την κράταγε. Κάποιος τη ρώτησε γιατί θέλει να αυτοκτονήσει και αυτομάτως μου γενήθηκε ένας περίεργος συλλογισμός. Μήπως θέλει να ξεφύγει από τη δηθενιά και την έλλειψη οράματος, όπως ο Σιδηρόπουλος ή η Γώγου; Aλλά αυτομάτως το αίσθημα της αυτοσυντήρησής μου, μου έδωσε την απάντηση στο αυθόρμητο ερώτημα. Η φυγή δεν είναι η λύση, απλά η επέκταση του προβλήματος. Η γυναίκα απάντησε πως ο πατέρας της τη βίαζε και ήθελε να πεθάνει. Ξαφνικά πάνω στην κατάλληλη ώρα (το τρένο είχε φύγει και δεν υπήρχε κίνδυνος) κατεύθασαν οι ειδικές δυνάμεις των security οι οποίοι συνειδητοποίησα ότι εκτός από το να παρατηρούν με ενοχλητική περιέργεια τους λαθρεπιβάτες της γραμμής είχαν και άλλους ρόλους που έπρεπε να επιτελέσουν. "Σήκω Βαρβάρα" είπε ο ένας από τους δύο στη γυναίκα που προφανώς ήταν γνώριμο πρόσωπο του προσωπικού του σταθμού και των ραγών του τρένου. Στη συνέχεια την τράβηξαν και την ανέβασαν επάνω παρά την αντίδρασή της.
Απίστευτο, σκέφτηκα αργότερα... Η προσωρινή και ανούσια καταθλιπτική διάθεση που έχω στη στάση του μετρό για κάποιους ανθρώπους είναι αιώνια, είναι όλη τους η ζωή. Εγώ όμως θα πάρω το επόμενο τρένο, θα φύγω και ένας άκρατος οπτιμισμός θα με λυτρώσει. Αυτοί τι θα κάνουν; Δεν έχουν τρένο να προσμένουν. Βρισκονται στο σταθμό αλλά σε μέρα απεργίας.
Δε γουστάρω τους απεργοσπάστες, αλλά αυτός που παρά την απεργία συνείδησης θα έπαιρνε το τρένο για να τους πάρει και να τους βγάλει από το αδιέξοδο, σίγουρα θα γινόταν ο καλύτερός μου φίλος...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου